- ισμαηλίτες
- Θρησκευτικό κίνημα, μία από τις σπουδαιότερες υποδιαιρέσεις του λεγόμενου εξτρεμιστικού σιιτισμού. Ο εξτρεμισμός βασίζεται στην ιδιαίτερη υπογράμμιση του χαρακτήρα ιερότητας που αποδίδεται στους ηγέτες της κοινότητας (ιμάμηδες), οι οποίοι θεωρούνται ταγοί, αλάνθαστοι, άψογοι και ημίθεοι. Η ονομασία ι. προέρχεται από τον ιμάμη Ισμαήλ, τον οποίο όρισε διάδοχο ο πατέρας του αντί του άλλου αδελφού του, Μουσά· ο Ισμαήλ συνέχισε τη σειρά των δώδεκα ιμάμηδων, την οποία παραδέχεται η δωδεκαπλή ή μετριοπαθής σία.
Ο ισμαηλισμός, που είχε αποκτήσει αξιοσημείωτη σπουδαιότητα –ακόμα και πολιτική– προπάντων από τον 10ο έως τον 12ο αι., δημιούργησε το ισχυρό κράτος των Φατιμιδών με κέντρο την Αίγυπτο. Χωρίζεται σε πολλά ρεύματα, των οποίων τα θεολογικά και οργανωτικά όρια δεν είναι σήμερα σε πολλές περιπτώσεις ευδιάκριτα. Οι ι. αριθμούν σήμερα λίγες εκατοντάδες χιλιάδες και είναι διαιρεμένοι σε διάφορες κοινότητες, λόγω αρχαίων σχισμάτων που οφείλονταν κυρίως σε προβλήματα διαδοχής. Οι εσωτερικές διδασκαλίες τους, παρεμφερείς με τον γνωστικισμό, μόλις τώρα αρχίζουν να μελετώνται με απευθείας κείμενα. Η πιο γνωστή είναι εκείνη που ονομάζεται χότζα στην Ινδία και αποτελείται από τους οπαδούς του Αγά Χαν (έχει περίπου 200.000-250.000 οπαδούς στην Ινδία, στο Ιράν, στην κεντρική Ασία, στην Αφρική κ.α.).
Ι. είναι επίσης και οι μτιόχρα (Ινδία, Υεμένη κ.α.), με δύο υποδιαιρέσεις.
Ο ηγέτης των νεότερων ισμαηλιτών μουσουλμάνων Αγά Χαν και η σύζυγός του, κατά την τελετή του γάμου τους.
Dictionary of Greek. 2013.